Ιστορία

Η όμορφη Αναφωτία είναι κτισμένη περί τα είκοσι χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Λάρνακας. Περιδιαβαίνοντας το χωριό, θα δείτε την εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, κτίσμα του 18ου αιώνα, γειτονιές με σπίτια λαϊκής αρχιτεκτονικής, αλλά και περιβόλια με λαχανικά και εσπεριδοειδή.

Από την όλη έρευνα προκύπτουν τα ακόλουθα ιστορικά στοιχεία για τη διαδρομή του χωριού Αναφωτία στο πέρασμα του χρόνου:

Επί Φραγκοκρατίας (1192 – 1489) και Ενετοκρατίας (1489 – 1571),έχουμε στοιχεία ότι η Αναφωτία ήταν φέουδο. Οι Eνετοί είχαν κτίσει το Eνετικό κάστρο (Κούλα), που διασώζεται μέχρι σήμερα. Στο χωριό υπήρχε και μια εκκλησία της Αγίας Μαρίνας στην αυλή της οποίας υπήρχε και νεκροταφείο. Στον πρώτο χειρόγραφο χάρτη είναι σχεδιασμένη η εκκλησία και το όνομα του χωριού Φατίδα.

Επί Τουρκοκρατίας (1571-1878), αναφέρεται ότι η Αναφωτία και η Απλάντα ήταν τσιφλίκι που ανήκε σε 3 έως 4 οικογένειες Οθωμανών, που είχαν έρθει στο νησί και εγκαταστάθηκαν στο χωριό. Στην καταγραφή του 1643 το χωριό καταγράφεται ως Aya Fodire επειδή η περιοχή ήταν εύφορη, υπήρχαν καλλιέργειες και ανάγκη για εργατικά χέρια.

Έτσι άρχισαν να έρχονται από διάφορα μέρη της Κύπρου Χριστιανοί, προκειμένου να εργαστούν εδώ, οι οποίοι στη συνέχεια έκτισαν υποστατικά και εγκαταστάθηκαν μόνιμα. Οι πρώτοι Ελληνοκύπριοι που κατοίκησαν προήλθαν από την Ορεινή Λάρνακας και συγκεκριμένα από τα Λεύκαρα, την Ορά, τη Μελίνη και τους Αγίους Βαβατσινιάς. Παράλληλα εγκαταστάθηκαν στο χωριό επίσης Ελληνοκύπριοι από τους Τρούλλους, τη Μεσόγη της Πάφου. Αργότερα και από το Δίκωμο. Η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων, προτού έρθουν Χριστιανοί, σύμφωνα με μαρτυρίες, ήταν Τουρκοκύπριοι.Σύμφωνα με το γενεαλογικό δέντρο αρκετοί Χριστιανοί κατέφθασαν στην Αναφωτία από άλλα χωριά την εικοσαετία 1760 – 80.Το 1833 υπήρχαν στο χωριό 19 τουρκικά νοικοκυριά και 16 ελληνικά.

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι η Αναφωτία δημιουργήθηκε από 8 οικογένειες, οι οποίες έχουν τελέσει γάμους αναμεταξύ τους. Σήμερα, 2017, βρισκόμαστε στην 8η γενιά απογόνων.

Πιο κάτω παρουσιάζεται η πληθυσμιακή πορεία του χωριού από το 1881 έως το 2001.

Χρονολογία Πληθυσμός Χρονολογία Πληθυσμός
1881 286 1946 716
1901 353 1960 653
1921 499 1982 498
1931 561 2001 654

Πηγές:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τ.2, εκδόσεις Φιλόκυπρος, Λευκωσία 1986
Γιώργου Καρούζη, Περιδιαβάζοντας την Κύπρο, Λάρνακα, Πόλη και Επαρχία, Λευκωσία 2007, σ.147-148

H Αναφωτία, πιστή πάντοτε στις αξίες του Ελληνισμού και Χριστιανισμού, έδωσε το παρόν της σ’ όλους τους αγώνες κατά των εισβολέων, κατακτητών και αποικιοκρατών που επιβουλεύτηκαν το ελληνικό έθνος. Έδωσε το παρόν της σε αγώνες, υπέρ της ελευθερίας και της δημοκρατίας των λαών και τάχθηκε ενάντια στον επεκτατισμό και τον φασισμό.Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914 – 1918), τέσσερις νέοι της Αναφωτίας κατατάγηκαν και υπηρέτησαν στον αγγλικό στρατό, ενάντια στην τριμερή συμμαχία Γερμανίας, Ιταλίας και Αυστρίας.Κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο (1939-1945), 22 συνολικά νέοι άντρες από την Αναφωτία, 16 Ελληνοκύπριοι και 6 Τουρκοκύπριοι κατατάγηκαν, για να υπηρετήσουν παρά το πλευρό των Συμμάχων εναντίον των δυνάμεων τουΆξονα.Το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές το πλήρωσε η Αναφωτία με τον θάνατο του Ζαφείρη Μιχαήλ Πάπυρου, που σκοτώθηκε στις 24 Δεκεμβρίου το 1940, στις μαχες της Αιγύπτου, στις περίφημες μάχες που έγιναν κατά των Γερμανών εισβολέων.

Η κοινότητα επίσης συνέφερε αφειδώλευτα στους εράνους που γίνονταν για συλλογή χρημάτων, ρουχισμού και άλλων ειδών για τις ανάγκες των στρατιωτών μας. Αξίζει να σημειωθεί πως όσοι είχαν τη δυνατότητα πρόσφεραν πολύτιμα προσωπικά αντικείμενα, αλλά και τιμαλφή. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, στην Αναφωτία φιλοξενήθηκαν πολλές οικογένειες από τη Λάρνακα που κατέφυγαν εδώ, για να προστατευτούν από τους βομβαρδισμούς των Κυπριακών πόλεων, από τους εχθρούς. Αυτό επιβεβαιώνεται από την αύξηση των κατοίκων της κοινότητας, κατά την απογραφή του πληθυσμού, την περίοδο 1940-1945.Η Αναφωτία έδωσε, επίσης, τη δική της παρουσία στον αγώνα για την Ένωση με την Ελλάδα. Στα ψηφισματα της 25ης Μαρτίου 1921 και της 25ης Μαρτιου 1930 όπως και στο δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950 που έγινα αξιώνοντας, «ΕΝΩΣΗ » με την Ελλάδα, οι Αναφωτιώτες με υπογραφές των τότε αντιπροσώπων τους και των ιδίων δήλωσαν πίστη προς τον σκοπό αυτό. Ακολούθως με το ξεκίνημα του απελευθερωτικού αγώνα κατά των Άγγλων, πολλοί Έλληνες κάτοικοι της κοινότητας, μυήθηκαν στην EOKA.

Τίμημα σε ανθρώπινες ζωές πλήρωσε και πάλι η κοινότητα, με το θάνατο του Μιχαλάκη Παρίδη που έπεσε ηρωικά μαχόμενος, κατά των Άγγλων, στο χωριό Βάβλα, στις 27 Αυγούστου 1958.Σημειώνεται ότι όλοι οι κάτοικοι της Αναφωτίας βοήθησαν στον αγώνα και υπέφεραν από τα τακτικά κέρφιου και βασανιστήρια των Άγγλων. Επίσης στην Αναφωτία φιλοξενήθηκαν πολλοί καταζητούμενοι αντάρτες της EOKA.Στο χωριό υπήρχαν τρία κρησφύγετα, στα οποία διέμεναν αντάρτες και φυλάγονταν πολεμοφόδια και άλλο υλικό. Το πρώτο ήταν σκαμμένο κάτω από το «Σπίτι της εκκλησιάς», το δεύτερο κάτω από Σπίτι Ιωάννη Μηνά Καμένου και το τρίτο κάτω από Σπίτι Κώστα Παύλου Αλαμινίτη. Κρησφύγετα υπήρχαν πολλά και στην ύπαιθρο, στις Αγυιές, στα Κατσίματα και αλλού.Στις δικοινοτικές ταραχές της περιόδου 1963 -1964, οι Αναφωτιώτες κατά ομάδες, φρουρούσαν το χωριό για τυχόν εχθροπραξίες, κάθε βράδυ, σε διάφορα σημεία.Στις μάχες της Τυλληρίας στον τότε νεοσύστατο στρατό, έλαβαν μέρος οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες των σειρών 1943,1944,1945.Κατά την εισβολή του 1974, όλοι οι στρατεύσιμοι άντρες της Αναφωτίας κατατάχτηκαν, για να πολεμήσουν τον Τούρκο εισβολέα.Έλαβαν μέρος σε άνισες μάχες, στην Κερύνεια, στον Πενταδάκτυλο, στη Λευκωσία και στην Αμμόχωστο.

Οι κάτοικοι της Αναφωτίας ήταν Έλληνες και Τούρκοι. Πάντοτε οι Έλληνες ήταν αριθμητικά περισσότεροι. Κατά τη δεκαετία του ’50 και πριν την περίοδο της μεγάλης μετανάστευσης, οι Έλληνες έφταναν μέχρι τους επτακόσιους, ενώ οι Τούρκοι δεν ξεπερνούσαν τους ογδόντα-ενενήντα.

Οι σχέσεις των κατοίκων ήταν αρκετά καλές. Συνεργάζονταν στην καλλιέργεια των αμπελιών, των καλοκαιρινών φθαρτών, των σιτηρών, στον θερισμό και σε πολλές άλλες γεωργικές δραστηριότητες. Τα καφενεία του χωριού ήταν το ένα δίπλα στο άλλο και δεν ήταν λίγοι αυτοί που σύχναζαν σε όλα, χωρίς κανένα πρόβλημα.Τα μπακάλικα ήταν κι αυτά πολύ κοντά το ένα στο άλλο. Πάρα πολλοί ήταν οι Έλληνες που ψώνιζαν από το μπακάλικο του Μουλλά, ο οποίος έκανε «βερεσιέ» δηλαδή έδινε επί πιστώσει προϊόντα, τόσο στους φτωχούς, μέχρι να ξεκινήσουν οι γεωργικές δουλειές, όσο και στους πλούσιους, ώσπου να εισπράξουν χρήματα από τα εισοδήματά τους.Όταν γιορτάζαμε το Πάσχα οι Τούρκοι αναλάμβαναν τη βοσκή των προβάτων των Ελλήνων. Κατά τους εορτασμούς του Μπαϊραμιού συνέβαινε το αντίθετο, δηλαδή οι Έλληνες απάλλασσαν εκείνη την ημέρα τους Τούρκους από αυτή την εργασία.

Δίπλα ακριβώς από το χωριό μας υπήρχε και το αμιγές Τουρκικό χωριό, η Απλάντα, με εκατό περίπου κατοίκους, τους οποίους δεν ξεχωρίζαμε από τους χωριανούς μας. Η Απλάντα είχε μεγάλη και εύφορη καλλιεργήσιμη γη. Ο κάτοικος αυτού του μικρού χωριού, που ξεχώριζε από τους υπόλοιπους για το χαρακτήρα, αλλά και για τις πολύ καλές σχέσεις του με τους Έλληνες ήταν ο Χουσεΐν Οούζ. Ήταν πολύ εύπορος άνθρωπος και δάνειζε χρήματα σε όλους όσοι του ζητούσαν χωρίς τόκο. Ακόμη και σήμερα που ο Οούζης, όπως ήταν γνωστός, έχει πεθάνει, όλοι μιλούν με τα καλύτερα λόγια γι’ αυτόν.Υπήρξαν όμως και κάποιες περιπτώσεις που οι σχέσεις μεταξύ μας διασαλεύτηκαν. Κατά την περίοδο του 1955-59,κάποιοι χωριανοί μας Τούρκοι γράφτηκαν επικουρικοί και συνεργάζονταν με τους Άγγλους. Υποχρεωτικά τότε τα ελληνικά σπίτια που συνόρευαν με τον Τουρκομαχαλά, φυλάγονταν από Έλληνες σκοπούς.

Οι Τούρκοι έφυγαν από το χωριό μας με την έναρξη της Τουρκικής ανταρσίας του 1963 – 64. Κάποιοι αρχικά μετακινήθηκαν προς την Απλάντα. Λίγο αργότερα τόσο οι Τούρκοι της Απλάντας όσο και οι χωριανοί μας, εγκαταστάθηκαν στο Κιβισίλι. Φεύγοντας άφησαν το νοικοκυριό τους στα σπίτια τους, όμως στη συνέχεια έρχονταν και έπαιρναν, ότι είχεμείνει πίσω.Το γεγονός ότι αναχώρησαν όλοι μαζί δείχνει πως η ενέργεια αυτή ήταν προγραμματισμένη και πως έγινε κατόπιν ξένης εντολής.

Από τις πρώτες κιόλας μέρες της Τουρκικής εισβολής στις 20 Ιούλη 1974, άρχισαν να φτάνουν στο χωριό μας εκτοπισμένοι συμπατριώτες μας, από τον κατεχόμενο Βορρά, πρόσφυγες στην ίδιά τους τη γη. Γυναικόπαιδα, ως επί το πλείστον, κυνηγημένοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους με μοναδικό εξοπλισμό τα ρούχα που φορούσαν. Άνθρωποι, με παγωμένες και βαριές ψυχές μέσα στο κατακαλόκαιρο, έχασαν και θρήνησαν αγαπημένους και έφτασαν στις ελεύθερες
περιοχές στον Νότο, χωρίς να συνειδητοποιούν σε τι να προσδοκούν.Οι πρόσφυγες που έφτασαν στην Αναφωτία ήταν λίγοι. Ήρθαν όσοι είχαν κάποιο γνωστό συγγενή η φίλο.

Οι Αναφωτιώτες παρόντες ανέκαθεν στα εθνικά θέματα, ανταποκρίνονται με κάθε υπευθυνότητα στις απαιτήσεις της καινούριας εθνικής τραγωδίας. Ανοίγονται όλα τα άδεια σπίτια της κοινότητας, ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά, στρώνονται τα άδεια κρεββάτια στα κατοικημένα σπίτια.

Το Δημοτικό Σχολείο μετατρέπεται σε κέντρο υποδοχής αυτών των ανθρώπων.Στην Αναφωτία συστάθηκε επιτροπή, κατόπιν υποδείξεως της Επαρχιακής Διοίκησης, που την αποτελούσαν η Χωρητική Αρχή, ο ιερέας Παπαγεώργιος Αντωνίου, ο Κώστας Κωνσταντινίδης, διευθυντής τότε του Δημοτικού Σχολείου και ο
Νικόλας Λεβέντης, γραμματέας τότε της Σ. Π. Ε. Αναφωτίας, με σκοπό την των Ε/κ και Τ/κ κατοικιών για εγκατάσταση προσφύγων. Παράλληλα αυτή η επιτροπή μεριμνούσε για τη συλλογή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης.

Οι Αναφωθκιώτισσες ζυμώνουν ψωμιά, ετοιμάζουν χαλούμια και άλλα τρόφιμα και τα δίνουν στον προσφυγόκοσμο. Αρκετοί πρόσφυγες εργοδοτήθηκαν από κατοίκους του χωριού σε διάφορες εργασίες. Οι απόδημοι επίσης της Αναφωτίας με πρωτοβουλία του Δεσπότη Τελμησού Χριστοφόρου στην Αγγλία και του Ιωάννη Ιγνατίου (Κουρούσιη) μάζεψαν και απέστειλαν χρήματα και ρουχισμό.

ΒΙΝΤΕΟ

ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ

© Copyright 2024 - Αναφωτία / Designed & Developed by NETinfo Plc